δρομαιίδες

δρομαιίδες
(dromaeidae). Οικογένεια μεγάλων πτηνών της τάξης των καζουαριομόρφων. Ονομάζονται και δρομαίοι. Παλαιότερα ζούσαν άφθονα στην Αυστραλία, αλλά στο τέλος του 19ου αι. οι μετανάστες άρχισαν να τα καταδιώκουν συστηματικά, γιατί προκαλούσαν ζημιές στα σπαρτά τους. Υπολογίζεται, μάλιστα, ότι σε τέσσερα χρόνια σκότωσαν περισσότερα από 70.000 άτομα. Σήμερα έχουν καθοριστεί περιοχές όπου τα πουλιά αυτά ζουν ανενόχλητα, γιατί το είδος τους κινδύνευε να εκλείψει. Οι δ. κάνουν τις φωλιές τους σε ακάλυπτους χώρους. Το θηλυκό γεννά τα αβγά του μέσα σε λακκούβες, όπου και τα εγκαταλείπει. Τα επωάζει όμως το αρσενικό για 57-63 μέρες και φροντίζει για την ανατροφή των νεοσσών. Οι δ. τρέχουν με ταχύτητα έως 50 χλμ. την ώρα και μετακινούνται πάντοτε ανά κοπάδια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • δρομαίος — α, ο (AM δρομαῑος α, ον και ος, ον) τρεχάτος («έφυγε δρομαίος») νεοελλ. 1. γοργοπόδαρος, ο ικανός να τρέχει 2. (το αρσ. ως ο υ σ.) ο δρομαίος ονομασία τού πτηνού εμού τής οικογένειας δρομαιίδες αρχ. 1. (επίθ. τού Απόλλωνος) ο προστάτης τών αγώνων …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”